Ε.1. Από την χρηστική στην δυναστική εξουσία

Μερικές σκέψεις, που προκύπτουν από στοιχεία και υποθέσεις, σχετικά με τις αναγκαιότητες που καθοδήγησαν την εξέλιξη της εξουσίας στις ανθρώπινες κοινωνίες από τις απαρχές του πολιτισμού.

«Το πιο πρωτόγονο είδος οργάνωσης που συναντάμε, και που ισχύει και σήμερα σε ορισμένες φυλές, είναι οι σύνδεσμοι ανδρών, που τους φτιάχνουν μέλη της φυλής που έχουν ίσα δικαιώματα και υπόκεινται στους περιορισμούς του τοτεμικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένης και της κληρονομικότητας από την μητρική γραμμή.»[1]
Μέσα από ένα τέτοιο πλαίσιο ισοτιμίας, και με την ανάγκη χαλιναγώγησης και υποταγής των δαιμονικών στοιχείων που αναγνώριζε ο πρωτόγονος άνθρωπος σε κάθε στοιχείο της φύσης, προέκυψε η ανάγκη διορισμού ή εκλογής ενός αρχηγού-μάγου. Ο διορισμός αφορούσε συχνά αιχμαλώτους οι οποίοι θυσιαζόντουσαν μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα ή όταν δεν εκπλήρωναν ικανοποιητικά την αποστολή τους. Οι εκλεγμένοι υπόκειντο σε αυστηρό πλαίσιο ελέγχου και περιορισμών, σε βαθμό που αυτό να γίνεται αποτρεπτικό ακόμα και για την ανάληψη του ρόλου.
Σε αυτή την φάση γίνεται προφανές ότι ο σύνδεσμος της φυλής με τους δαίμονες της φύσης λειτουργούσε κατά κάποιο τρόπο, ή και κυριολεκτικά, ως υπηρέτης του συνόλου.


Σε περιπτώσεις όπου οι ανάγκες σε οργανωτικά και πολεμικά θέματα διογκώθηκαν, οι ρόλοι του μάγου και του βασιλιά ανατέθηκαν σε διαφορετικούς ανθρώπους, χωρίς αυτό όμως -αρχικά τουλάχιστον- να επιδρά στην θέση και των δύο πια ως υπηρετών της κοινότητας.


H ανάπτυξη της γεωργίας αποτελεί έναν σταθμό για την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους και των κοινωνιών που διαμορφώνει. Χρησιμοποιώντας την γεωργία οι κοινότητες απέκτησαν την δυνατότητα να συγκεντρώνουν τροφές δημιουργώντας για πρώτη φορά αυτό που ονομάζουμε πλεόνασμα. Αυτή η στιγμή αποτέλεσε ορόσημο για την ανθρωπότητα καθώς επικύρωσε την κυριαρχία της πάνω στα στοιχεία της φύσης. Έκτοτε, οι άνθρωποι μπορούν να συγκεντρώνουν αγαθά εξασφαλίζοντας έτσι περισσότερο ελεύθερο χρόνο για πνευματικές και δημιουργικές δραστηριότητες καθώς και την δυνατότητα να τεκνοποιούν και να αναπαράγονται με ασφάλεια.
Η διαχείριση του πλεονάζοντος πλούτου μοιάζει φυσικό να ανατέθηκε τότε από την κοινότητα στον Βασιλιά και τον Μάγο. Μέσα από μια τέτοια διαδικασία και με την διαρκή αύξηση του πληθυσμού, η δύναμη που άρχισε να παραδίδεται στα χέρια του Βασιλιά και του Μάγου αποτέλεσε την αφετηρία μιας μεγάλης διαδρομής που, μέσα από πολλές τροποποιήσεις και παραλλαγές, οδήγησε στην οργανωτική δομή που έχουν οι κοινωνίες μας σήμερα.

Αυτή η υπόθεση όμως, αν όντως συνέβη σε οποιονδήποτε βαθμό κατ’ αυτόν τον τρόπο, είναι μάλλον απίθανο να αποτέλεσε την κυρίαρχη εκδοχή εξέλιξης των ανθρώπινων κοινωνιών. Είναι χαρακτηριστική σε όλες τις προ-πλεονασματικές κοινωνίες η φροντίδα των μελών τους να διατηρούν την μεταξύ τους ισοτιμία. Θα ήταν όλως διόλου απίθανο αυτή η φροντίδα, η οποία διαμορφώθηκε και συντηρήθηκε ως βασικό στοιχείο της κοινωνικής συνύπαρξης, να εξαλείφθηκε μόλις οι ίδιοι άνθρωποι και φορείς των ίδιων πολιτισμικών χαρακτηριστικών άρχισαν να παράγουν πλεόνασμα.

Μια ίσως πιο πραγματική εικόνα για αυτή την μετάβαση μπορούμε να αποκομίσουμε από δύο στοιχεία. Πρώτο στοιχείο είναι η οχυρωμένη οικιστική διάταξη που παρατηρούμε σε μικρές πλεονασματικές κοινότητες, πράγμα που φανερώνει ότι το κοινοτικό πλεόνασμα έγινε κάποια στιγμή στόχος πειρατείας από άλλες κοινότητες ανθρώπων. Οι πειρατικές κοινότητες ενδεχομένως να μην υπήρξαν ποτέ πλεονασματικές οι ίδιες, αλλά να επιβίωναν εξολοκλήρου από την πειρατεία. Δεύτερο στοιχείο είναι η εντυπωσιακή ικανότητα συγκέντρωσης πλεονάσματος που απέκτησαν οι κοινότητες που εξέλιξαν την άσκηση πειρατείας σε κάτι περισσότερο: στην υποταγή των ίδιων των παραγωγών πλεονάσματος και στην χρήση των υποταγμένων ανθρώπων πλέον ως νοήμονων εργαλείων.
Η υποταγή ανθρώπων από ανθρώπους, προκειμένου οι κυρίαρχοι να αρπάζουν συστηματικά και με ελεγχόμενο τρόπο το πλεόνασμα που παράγουν οι υποταγμένοι, σηματοδοτεί στην πραγματικότητα την αφετηρία του πολιτισμού μας. Δίνει όμως και μια ερμηνεία για το πώς σε κάποια στιγμή της εξέλιξης των ανθρώπινων κοινωνιών εμφανίστηκε και κυριάρχησε το δικαίωμα κάποιων ανθρώπων να στερούν την ακεραιότητα κάποιων άλλων.

Αυτός ο τρόπος οργάνωσης διαμορφώθηκε αρχικά στην Μεσοποταμία και ακολούθως στην Αίγυπτο αξιοποιώντας την δυνατότητα παραγωγής πλεονασμάτων σε εντυπωσιακά μεγέθη. Παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον το γεγονός ότι την ίδια στιγμή που από την μία οι υποταγμένοι σε αυτά τα βασίλεια στερούνται την ακεραιότητά τους, από την άλλη, οι βασιλιάδες και οι ιερείς της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου βρίσκονται πλαισιωμένοι από δεκάδες αυστηρούς κανόνες και περιορισμούς, που τίθενται από τους μέχρι πρότινος ισότιμούς τους, προκειμένου να αποδεικνύουν διαρκώς ότι οι γνώσεις τους και οι μαγικές δυνάμεις τους στοχεύουν καταρχήν στο συλλογικό όφελος.
Έτσι διακρίνεται σε αυτά τα πρώιμα βασίλεια η προσπάθεια διατήρησης των αρχών της ισοτιμίας μεταξύ των κυρίαρχων -κληρονόμων πιθανά της πρώτης πειρατικής κοινότητας, ενώ την ίδια στιγμή οι υποταγμένοι -κληρονόμοι των πρώτων παραγωγών πλεονάσματος- έχουν χάσει ολότελα την ακεραιότητά τους. Από αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η υποταγή ανθρώπων από ανθρώπους δεν προέκυψε ως αποτέλεσμα διεργασιών στο εσωτερικό μιας κοινότητας αλλά ως επιθετική ενέργεια μιας κοινότητάς προς μια άλλη.

Από αυτό το σημείο και έπειτα ο δρόμος για την ανάπτυξη απολυταρχιών και μοναρχιών παραμένει ανοιχτός καθώς η συγκέντρωση όλο και περισσότερου πλούτου και δύναμης στα χέρια των κυρίαρχων δίνει την δυνατότητα στους διαχειριστές αυτού του πλούτου και της δύναμης να ξεχωρίζουν μέσα στην ίδια την κοινότητα των κυρίαρχων, διαμορφώνοντας νέες ανισότητες και επιβάλλοντας έναν αγωνιώδη κύκλο πλούτου, αίματος και εξουσίας ο οποίος συνεχίζεται αδιάλειπτα μέχρι σήμερα.



Η τεχνολογική επινοητικότητα των ανθρώπων δεν σταμάτησε βέβαια στην γεωργία. Η ικανότητα μεταποίησης και μεταφοράς αγαθών δημιούργησε νέα δεδομένα και κοινωνικές δυνάμεις. Αυτές οι δυνάμεις ανέτρεψαν με επιτυχία τις δεσποτικές βασιλείες στην Αθήνα της αρχαιότητας και στην Βενετία της Αναγέννησης. Πολύ αργότερα, σχεδόν στην σύγχρονη εποχή, όλως διόλου νέες παραγωγικές δυνάμεις ανέπτυξαν, μέσω νέων πάλι τεχνολογιών την βιομηχανία, αποκτώντας συντριπτική οικονομική υπεροχή. Αυτή η υπεροχή υπήρξε τόσο μεγάλη ώστε, με ευκολία, αυτές οι νέες παραγωγικές δυνάμεις παραμέρισαν σε ένα μεγάλο μέρος του κόσμου τις θεοκρατικές βασιλείες και τις μικρογραφίες τους, φέουδα-λατιφούντια, ανοίγοντας τον δρόμο για αυτό που ονομάζουμε σύγχρονες αστικές δημοκρατίες.


Σε αυτές τις σύγχρονες δημοκρατίες η παρουσία των βασιλιάδων και των μάγων μοιάζει ολοένα να συρρικνώνεται. Η παρουσία τους, ωστόσο, δεν έχει χάσει την συμβολική βαρύτητά της στο συλλογικό υποσυνείδητο και έτσι αποτελούν πάντα έναν βαρύγδουπο διάκοσμο στα κοινωνικά τεκταινόμενα παρέχοντας τον ισχυρό συμβολισμό που χρειάζεται κάθε εξουσία για να επιβάλεται.
Πέρα όμως από την συμβολική δύναμη που διατηρούν οι βασιλείς και οι μάγοι, η διαχείριση της εξουσίας ασκείται από εκλεγμένους εκπροσώπους οι οποίοι παρόμοια με τους βασιλιάδες και τους μάγους, χωρίς να διαθέτουν οι ίδιοι κάποια μέσα παραγωγής, συνεργάζονται με την οικονομική εξουσία εξυπηρετώντας την προκειμένου να αποκομίζουν οι ίδιοι οφέλη.

Σε αυτές τις κοινωνίες δεν υπάρχει πια η έννοια της κυρίαρχης κοινότητας, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων παράγει πλεόνασμα το οποίο το καρπώνεται η οικονομική και πολιτική εξουσία. Μπορεί όμως, με διάφορους τρόπους, ένας ολόκληρος λαός να διατηρεί υποδουλωμένους άλλους λαούς, είτε καρπώνοντας το πλεόνασμα που παράγουν με ακόμα πιο σκληρούς όρους από αυτούς που υφίστανται ο ίδιος από τις δυνάμεις που τον εξουσιάζουν, είτε απομυζώντας άλλους πλουτοπαραγωγικούς πόρους που βρίσκονται στην επικράτεια αυτών των υποδουλωμένων λαών.
Δεν είναι ασυνήθιστο ακόμα και μέσα στα γεωγραφικά όρια μιας τέτοιου είδους κυρίαρχης κοινότητας να συντηρούνται στην σκιά της, στο απόλυτο περιθώριο, άνθρωποι χωρίς δικαιώματα οι οποίοι φέρουν όλα τα χαρακτηριστικά των υποταγμένων ανθρώπων.

Έτσι σε αυτή την περίπτωση των σύγχρονων κοινωνιών ως κυρίαρχη κοινότητα μπορούμε να ορίσουμε όσους έχουν δικαιώματα πολίτη, ενώ ως υποταγμένη κοινότητα, όσους από οποιαδήποτε ανάγκη ή επιβολή, μέσα ή έξω από τα γεωγραφικά όρια της κυρίαρχης κοινότητας αποστερούνται του πλεονάσματος που παράγουν και των πόρων που τους ανήκουν.

[1] Τοτέμ και Ταμπού, Σίγκμουντ Φρόυντ. Η κατά τον Δαρβίνο «πατρική ορδή», όπου τα νεαρά αγόρια διώχνονται ώστε οι γυναίκες να παραμένουν κάτω από την εξουσία ενός ισχυρού αρσενικού-πατέρα, ανατρέπεται βίαια από τους διωγμένους γιους. Οι γιοί σκοτώνουν τον πατέρα και μοιράζονται την εξουσία του διαμορφώνοντας τον πρώτο ηθικό (θρησκευτικό-συνειδησιακό) κώδικα των ανθρώπινων κοινωνιών ο οποίος ονομάζεται ταμπού. Η μεταξύ των πατροκτόνων συνενοχή, αλλά και ισοτιμία, επισφραγίζεται τακτικά με τον φόνο και βρώση του ιερού ζώου τοτέμ, συμβόλου του δολοφονημένου πατέρα. Η ειρήνη μεταξύ τους επιτυγχάνεται με την απαγόρευση του ζευγαρώματος μέσα στην τοτεμική οικογένεια.