Δ.1. Ψηφίζω πάντα!

«Τί ΠαΣοΚ, τί Δεξιά...»
Αυτή η ρητορική ομοιότητα αφενός δεν μπορεί να υφίσταται, αλλά και αφετέρου, μια τέτοια πρόταση ως εργαλείο ανάλυσης ενός πολιτικού αδιεξόδου έχει πολύ λίγα να μας προσφέρει.

Αφενός λοιπόν, δεν υπάρχει κανείς και τίποτα που να είναι ίδιος ή ίδιο με κάτι άλλο.
Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι θα ήταν δυνατόν να υπάρχουν δύο πολιτικά κόμματα με πανομοιότυπα πολιτικά προγράμματα και διακηρύξεις, και των οποίων ακόμα και οι πρόεδροι να ήταν προϊόντα κλωνοποίησης. Ακόμα και σε μια τέτοια περίπτωση, οι διαφορές μεταξύ τους θα ήταν σε κάθε περίπτωση ικανές ώστε να αποτελούν αναπόφευκτα την αφετηρία για εντελώς διαφορετικές αλληλουχίες γεγονότων.


Αφετέρου, μια τέτοια εξομοιωτική διατύπωση, πέρα από την έλλειψη λογικής βάσης, διδάσκει και μια παράδοξη σκέψη:
Οι φράσεις «Τί ΠαΣοΚ, τί Δεξιά...», ή «Τί Πλαστήρας, τί Παπάγος» υπονοούν ότι αυτοί οι σχηματισμοί ή οι ηγέτες δεν είναι ικανοί να μου δώσουν αυτά που δικαιούμαι από την κοινωνία και άρα πρέπει να τους απορρίψω προκειμένου να αναδείξω αυτούς που είναι σε θέση να το κάνουν.
Ένας τέτοιος τρόπος σκέψης τοποθετεί την ευθύνη των κοινωνικών δεδομένων, όπως και την προοπτική για εξέλιξη, στην αποκλειστική ευχέρεια κομματικών σχηματισμών ή ηγετών, χωρίς να λαμβάνει υπόψη την σημασία που μπορεί να έχει η δημιουργική παρέμβαση και αλληλεπίδραση πολιτών και κινημάτων με τις δυνατότητες που κάθε φορά παρουσιάζονται.[1]

Ταυτόχρονα, τοποθετεί τις ελπίδες για «δικαίωση» σε κάποιο ιδανικό κομματικό μηχανισμό ή ηγέτη ο οποίος, ως Μεσσίας, θα μεριμνήσει για όσα με αφορούν. Όμως, όχι μόνο Μεσσίας δεν υπάρχει, αλλά και κάθε τί που εκλαμβάνω και προσδοκώ ως «δικαίωση» δεν μπορεί παρά να εντάσσεται σε ένα πλέγμα διαρκούς διαπραγμάτευσης μεταξύ προσώπων και κοινωνικών ομάδων και δεν μπορεί να έχει μια δεδομένη μορφή «αυτονόητη» και αποδεκτή από όλους.

Καθώς το σημερινό πολίτευμα μού δίνει την δυνατότητα να αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου ως πολίτη περισσότερο παρά σαν υπήκοο, και καθώς γνωρίζω ότι και στην κοινωνία οι εξελίξεις ορίζονται από κανόνες ανάλογους με αυτούς που υπάρχουν στην φύση (ποικιλία δυνατοτήτων, αλληλεπίδραση αντικειμένων) επιδιώκω και μέσα από την εκλογική διαδικασία να ενισχύεται η πιθανότητα να υπάρξουν αφετηρίες για εξελίξεις οι οποίες μπορεί να αποβούν προς όφελος της κοινωνικής προόδου.
Γι' αυτό ψηφίζω πάντα.

[1] Οι αφετηρίες μιας τέτοιας στάσης προς την εξουσία, δηλαδή από την μια η αδυναμία ή άρνηση αλληλεπίδρασης μαζί της και από την άλλη η ταυτόχρονη ή εναλλασσόμενη θεοποίηση-υποταγή και απαξίωση-εχθρότητα παρουσιάζονται πολύ παραστατικά στο βιβλίο «Τοτέμ και Ταμπού» του Σ. Φρόυντ (Ταμπού και αμφιθυμία, Το ταμπού των αρχόντων). Το κοινωνικό πρόβλημα περιγράφεται στην αναφορά του Φρόυντ στην μανία καταδίωξης παραλληλίζοντάς την, ως διαδικασία, με αυτήν που χαρακτηρίζει την συμπεριφορά των υπηκόων προς τον άρχοντα:
«Πρόκειται [η μανία καταδίωξης] για την απεριόριστη αξία που αποδίδει ο ψυχικά άρρωστος σε ένα ορισμένο πρόσωπο και την υπερβολική δύναμη που συγχρόνως του αναγνωρίζει, για να μπορέσει έτσι να του φορτώσει πιο εύκολα τις ευθύνες για κάθε δυστυχία του».


Εικόνα: Η προεκλογική ομιλία του Πρωθυπουργού, Emergency Room Athens, Χώρος Τέχνης Ιλεάνα Τούντα, 200709