H ιδιοκτησία, σε κάθε πιθανή έκφανσή της και με κάθε πιθανό τρόπο, κυριαρχεί στην καθημερινότητά μας καθορίζοντας τόσο τις συμπεριφορές μας όσο και τις μεταξύ μας σχέσεις.[1]
Είναι πιθανόν κάποιος να βρεί, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, συσχετισμούς μεταξύ ιδιοκτησίας και ευτυχίας. Από την άλλη όμως, η σχέση της ιδιοκτησίας με την δυστυχία είναι διαρκής, πολυεπίπεδη και προφανής σε όλους.
Η συνάρτηση της τάσης για συσσώρευση πλούτου στην κατοχή λίγων, με την απαίτηση των πολλών για συμμετοχή στην ευμάρεια που δημιουργεί αυτός ο πλούτος, έχει επιφέρει με την πάροδο λίγων μόνο χιλιετιών αμέτρητες αιματηρές συγκρούσεις και έχει διαμορφώσει κατά περιόδους πολυποίκιλες κοινωνικές συμβάσεις.
Κάθε τί που πιστεύουμε και αποδεχόμαστε σήμερα για την ιδιοκτησία (αλλά και για την ευτυχία) είναι αποτέλεσμα αυτών των διεργασιών.
Πολλοί, από αφέλεια ή υποκρισία, στο όνομα του σεβασμού προς μια ακαθόριστη έννοια της ατομικής ιδιοκτησίας[2] υπερασπίζονται την συσσώρευση πραγματικού ή πλασματικού πλούτου στα χέρια νοσηρών ανθρώπινων όντων. Αυτά τα όντα ως αρπακτικά και αλχημιστές ταγμένοι στο κυνήγι του κέρδους, εργαζόμενοι μεθοδικά, μοιάζει να διασκεδάζουν με το να κατατροπώνουν ανιαρούς γραφειοκράτες, εκπροσώπους του δημόσιου συμφέροντος. Θεωρούν τον καθένα που δεν χαρακτηρίζεται, όπως οι ίδιοι, από αυτή την νοσηρή αρπακτικότητα ως αδύναμο υποχείριο, αυτόβουλα έρμαιο των δικών τους προθέσεων και άξιο να αποστερηθεί κάθε τί που κάνει έναν άνθρωπο κυρίαρχο και αξιοπρεπή.
Πόσο θρασύς ή τυφλός πρέπει να είναι κανείς ώστε στο όνομα της προάσπισης ενός γενικόλογου δικαιώματος στην ιδιοκτησία, να ενθαρύνει κάθε λογής μηχανισμούς συγκέντρωσης πλούτου και εξουσίας, ενώ ταυτόχρονα, να αδιαφορεί για την αποστράγγιση βασικών αγαθών από μεγάλες ομάδες ανθρώπων;
Καθώς αυτή η διαδρομή που ακολουθεί η εξέλιξή μας, από την εποχή που άρχισε να αναπτύσσεται η γεωργία έως σήμερα, φτάνει ήδη τις μερικές χιλιάδες χρόνια διαθέτουμε πλέον τις γνώσεις προκειμένου να αξιολογήσουμε την σχέση μας με την ιδιοκτησία αντιμετωπίζοντάς την ως μια ακόμα μεταξύ μας σύμβαση. Ως τέτοια μπορεί να λαμβάνει κάθε φορά άλλο σχήμα προκειμένου να εξυπηρετεί την ανάγκη των ανθρώπων να ευτυχούν.
Δεν υπάρχει καμμιά ιερότητα στην έννοια της ιδιοκτησίας γιατί εκτός από εργαλείο που εν δυνάμει προάγει την ανθρώπινη ευτυχία δεν έχει καμμιά άλλη αξία ή υπόσταση. Επομένως και το σχήμα της πρέπει να το αντιλαμβανόμαστε ως ευμετάβλητο και εξαρτώμενο από τις εκάστοτε αντιλήψεις περί ευτυχίας, δικαιοσύνης, ηθικής και καλαισθησίας.
[1] Ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε σήμερα την ιδιοκτησία συνδέοντάς την -αν όχι ταυτίζοντάς την- με την επιδίωξη για ευτυχία είναι αποτέλεσμα της εξελικτικής διαδικασίας που ακολούθησε το ζωικό είδος μας.
Σταθμός για την ανάπτυξη και κυριαρχία αυτής της νόησης, σύμφωνα με την οποία η επιδίωξη για ευτυχία συνδέεται ή και ταυτίζεται με την επιδίωξη για απόκτηση από τον καθένα όλο και περισσότερης ιδιοκτησίας, υπήρξε η διάδοση της γεωργίας η οποία άρχισε να συντελείται πριν από περίπου 10.000 χρόνια.
Οι φυλές που πρώτες αξιοποίησαν την γνώση της γεωργίας απέκτησαν ταυτόχρονα την ικανότητα να αυξηθούν ανεμπόδιστα πληθυσμιακά αποκτώντας ταυτόχρονα οικονομική και στρατιωτική ισχύ, και άρα την υπεροχή έναντι άλλων φυλών.
Η χρήση της γεωργίας δημιούργησε ένα πλεόνασμα αγαθών το οποίο σε συνάρτηση με άλλα εγγενή ανθρώπινα χαρακτηριστικά οδήγησε σταδιακά στις ακραίες κοινωνικές ανισότητες, στα σπουδαία τεχνολογικά και καλλιτεχνικά επιτεύγματα, στους μαζικούς φόνους και τις γενοκτονίες που ονομάζουμε πολέμους, και στην κυριαρχία της πεποίθησης ότι η επιδίωξη για ευτυχία ταυτίζεται με την επιδίωξη για, απόκτηση ιδιοκτησίας, επέκταση και «ανάπτυξη».
[2] Η ομαδοποίηση και θέαση κάθε ποσοτικού και ποιοτικού είδους ιδιοκτησίας μέσα από το ίδιο πρίσμα, ξεκινώντας από την μικρή χρηστική ιδιοκτησία και φτάνοντας μέχρι την πέρα από κάθε έλεγχο συσσώρευση πλούτου στα χέρια ελαχίστων, υπό τον τίτλο «ατομική ιδιοκτησία» φανερώνει μόνο είτε αυτοκαταστροφική αφέλεια, είτε εντέχνως κεκαλυμένη εγκληματικότητα.
Ατομική ιδιοκτησία είναι εξίσου ένας τραπεζικός λογαριασμός 1 εκατ. € όπως και ένας μηνιαίος μισθός 600 €. Μία βίλλα μέσα σε δασική έκταση όπως και το δικαίωμα στην δημόσια ασφάλιση υγείας. Μία ιδιωτική πισίνα όπως και το δικαίωμα κολύμβησης σε ένα δημόσιο κολυμβητήριο. Για κάποιο λόγο, τον οποίο θα πρέπει να αναζητήσουμε, αποτελεί κοινή πεποίθηση ότι τα πρώτα αποτελούν απαράβατες αξίες, προστατευόμενες υπό τον τίτλο «ατομική ιδιοκτησία», ενώ τα δεύτερα μπορούν να υποβαθμίζονται και να ακυρώνονται κατά περίσταση.
Όταν δε αναφερόμαστε στην ιδιοκτησία γης και φυσικών πόρων είναι αδύνατον κάποιος να δώσει μια λογική ερμηνεία για την προέλευσή της. Και αυτό επειδή δεν υπάρχει λογική ερμηνεία πέρα από αυτήν της αυθαίρετης ιδιωποίησης και κατάχρησης του φυσικού περιβάλλοντος. Θεωρούμε δεδομένη και αυτονόητη μια αυθαιρεσία η οποία μάλιστα επεκτείνεται και γίνεται υπαίτια αυθαιρεσιών στο επίπεδο των ανθρώπινων σχέσεων και της κοινωνίας.